- συνυπῆρχε
- σύν-ὑπάρχωbeginperf imperat act 2nd sgσύν-ὑπάρχωbeginperf ind act 3rd sgσύν-ὑπάρχωbeginimperf ind act 3rd sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
γραμμική γραφή — Αρχαία συλλαβογραφική γραφή που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της Κρήτης. Διακρίνεται σε γ.γ. Α και σε γ.γ. Β. γ. γ. A. Η γραφή αυτή ήταν σε χρήση από τον 18o έως τον 15o αι. π.Χ. Τη χρησιμοποιούσαν για τις εμπορικές τους συναλλαγές και τη γραφή… … Dictionary of Greek
Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… … Dictionary of Greek
Παλαούν — Λαός της Βιρμανίας που κατοικεί στα νότια του ποταμού Σουέλι. Αυτοαποκαλούνται Τάαν, Κατούρ, Μπράο, Ριάν κλπ. Είναι απόγονοι αρχαιότατου πληθυσμού της Xερσονήσου της Ινδοκίνας και η γλώσσα τους ανήκει στον βορειοανατολικό κλάδο των γλωσσών Μον… … Dictionary of Greek